Τιβερίου

Τιβερίου
Τιβέριος
masc gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Βίβιος — (Vibius). Όνομα ιστορικών προσώπων της ρωμαϊκής εποχής. 1. Β. Γάλλος Τριβωνιανός. Βλ. λ. Γάλλος. 2. Β. Κρίσπος (αρχές 1ου αι. μ.Χ. – 93 μ.Χ.). Ρωμαίος ρήτορας, που πλούτισε με την κολακεία του και τις καταδόσεις του επί Νέρωνα, Όθωνα, Βιτέλλιου… …   Dictionary of Greek

  • Γερμανικός, Ιούλιος Καίσαρ — (Julius Caesar Germanicus, 15 π.Χ. – Αντιόχεια 19 μ.Χ.). Ρωμαίος στρατηγός. Γιος του Νέρωνα Κλαύδιου Δρούσου, αδελφού του Τιβέριου, μετά τον θάνατο του πατέρα του (4 π.Χ.) υιοθετήθηκε από τον θείο του Τιβέριο, τον οποίο συνόδευσε (7 μ.Χ.) στην… …   Dictionary of Greek

  • Γράκχοι — (Gracchi).Όνομα κλάδου του ρωμαϊκού πατριαρχικού γένους των Σεμπρονίων που προσέφερε μεγάλες προσωπικότητες στην πολιτική ζωή της αρχαίας Ρώμης. Οι σημαντικότεροι ήταν οι δύο αδερφοί Τιβέριος Σεμπρόνιος Γ. (162; – Ρώμη 133 π.Χ.) και Γάιος… …   Dictionary of Greek

  • Κλαύδιος — I Όνομα τριών Ρωμαίων αυτοκρατόρων. 1. Νέρων Κ. Γερμανικός Καίσαρ. Βλ. λ. Νέρων. 2. Κ. Α’ (Tiberius Claudius Drusus Nero Germanicus, Λιόν 10 π.Χ. – Ρώμη 54 μ.Χ.). Ρωμαίος αυτοκράτορας (41 54 μ.Χ.). Ήταν γιος του Δρούσου του Πρεσβύτερου, ανιψιός… …   Dictionary of Greek

  • Βλόσιος, Γάιος — (2ος αι. π.Χ.).Ρωμαίος στωικός φιλόσοφος, από την Κύμη της Καμπανίας. Υπήρξε φίλος του Τιβέριου Γράκχου και μαθητής του Αντίπατρου του Ταρσέα. Κατά την παράδοση, ο Β. επηρέασε τον δήμαρχο Τιβέριο Γράκχο να επιχειρήσει την εφαρμογή του νόμου που… …   Dictionary of Greek

  • Δρούσος — Επώνυμο ρωμαϊκής οικογένειας πληβείων, που επονομάστηκαν Δ. όταν ένα από τα μέλη της σκότωσε τον Γαλάτη αρχηγό Δρούσο. 1. Μάρκος Λίβιος Δ. (2ος αι. π.Χ.). Πολιτικός. Έγινε δήμαρχος της Ρώμης το 122 π.Χ., μαζί με τον Γάιο Γράκχο. Ήταν όργανο των… …   Dictionary of Greek

  • Ιουλία — I Αγία της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Μαρτύρησε στην Άγκυρα με πνιγμό σε λίμνη μαζί με τις Αλεξάνδρα, Ευφρασία, Θεοδότη, Κλαυδία, Ματρώνα, Τεκούσα και Φαεινή. Η μνήμη της τιμάται στις 18 Μαΐου. II Όνομα ιστορικών προσώπων της ρωμαϊκής… …   Dictionary of Greek

  • Καλιγούλας, Γάιος Ιούλιος Καίσαρ Γερμανικός — (Gaius Julius Caesar Germanicus Caligula, Άντιο 12 μ.Χ. – Ρώμη 41 μ.Χ.). Ρωμαίος αυτοκράτορας (37 41 μ.Χ.). Γιος του Γερμανικού και της Αγριππίνας, ήταν ο τρίτος Ρωμαίος αυτοκράτορας μετά τον Αύγουστο και τον Τιβέριο. Το όνομα Κ. προέρχεται από… …   Dictionary of Greek

  • BISA seu BESA — BISA, seu BESA Graece Βῆσα, apud Strabonem l. 8. ubi emendara exemplaria habent Βίσα: locus fuit Attieae, ad Tribum Antiochidem pertineus: e quo qui oriundus erat, dicebatur Βησαιὲυς, ut apparet ex hac Inser. Eleusine repertâ: ΝΟΥ ΣΤΡΑΤΟΝΙΚΗ ΕΚ… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • CAPREAE — insula regni Neapolitani ultra Surrentum Campaniae urbem circiter 8. mill. pass. nobilis coturnicum incredibili multitudine, quae ex Italia volantes illic bis in anno capiuntur. Ovid. l. 15. Met. v. 709. Inde legit Capreas, promontoriumque… …   Hofmann J. Lexicon universale

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”